Castello de la Estella-Το Κάστρο του Παραλίου Άστρους

Time to read
less than
1 minute
Read so far

Castello de la Estella-Το Κάστρο του Παραλίου Άστρους

Αύγουστος 09, 2017 - 11:27

«Πάντα το παρελθόν θα διαλέγεται, θετικά ή αρνητικά με το παρόν, αποτελώντας ουσιαστικά ένα αδιάσπαστο Όλον».
Δημήτρης Κωνστάντιος
π. Διευθυντής Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών

Στη νότια κορυφή του λόφου «Νησί» στέκεται ακόμα μισογκρεμισμένο, χορταριασμένο μα περήφανο το Κάστρο του Άστρους! Στην πρώτη περίοδο της ιστορίας του, την Φραγκοκρατία, ονομαζόταν Castello de la Estella!

Την περίοδο εκείνη, όπως μαρτυρούν πολλοί χάρτες της εποχής το «Νησί» του Παραλίου Άστρους ονομάζεται Stella. Ήταν η λατινική μετάφραση του ονόματος ΑΣΤΡΟΝ το οποίο αναγράφεται για πρώτη φορά τον 2ο αιώνα μ. Χ. από τον Κλαύδιο Πτολεμαίο, επιφανή αστρονόμο, μαθηματικό και γεωγράφο της εποχής, στο βιβλίο του «Γεωγραφική Υφήγησις» και αναφέρεται στην πόλη που υπήρχε τότε δυτικά του λόφου.

Έτσι λοιπόν το Κάστρο το οποίο κατά την Αραγωνική εκδοχή του Χρονικού του Μορέως έχτισε ο Γουλιέλμος Β΄ Βιλεαρδουίνος το 1256, ονομάστηκε Castello (Κάστρο) de la Estella (του Άστρου) και αποτελούσε κυρίως κάστρο – παρατηρητήριο, προπύργιο του Ναυπλίου (Napoli di Romania) για τα εκτεταμένα παράλια της Αρκαδίας προς τον Αργολικό κόλπο και το Μυρτώο Πέλαγος. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας το κάστρο διαμορφώθηκε σε αρκετά πιο ισχυρό αμυντικό συγκρότημα.
Το 1465, τo Οχυρό Stella (Κάστρο του Άστρους) παραδίδεται στους Ενετούς.

Όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Jacomo Barbarigo, Dispacci della guerra di Peloponneso (ναυτικός πόλεμος στην Πελοπόννησο) (1465-1466), το οποίο σχολιάζεται από τον Κωνσταντίνο Σάθα, κατά τον Πρώτο Ενετοτουρκικό πόλεμο, τρία οχυρά μαζί με τον οπλισμό τους, παραδόθηκαν στον διοικητή του Ναυπλίου Christoforo de Priuli. Πρόκειται για την Damala δηλ. την Τροιζήνα, για το Brazzo de Cecchonia δηλ. τις Αρχαίες Πρασιές (Λεωνίδιο) και για τo φρούριο Stella, δηλαδή το Άστρος (σημερινό Παράλιο Άστρος).

Τον 17ο, 18ο και το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα το Άστρος είχε ερημώσει. Οι κάτοικοι μεταφέρθηκαν στα ενδότερα φοβούμενοι τις επιδρομές των πειρατών. Το 1807 ο γεωγράφος Μελέτιος αναφέρει χαρακτηριστικά: "προς τον Αιγιαλόν είναι το Άστρον, πόλις ποτέ τα νυν έρημος", ο δε Άγγλος περιηγητής Leake κατά την επίσκεψή του στην περιοχή το 1806 είδε στο Άστρος παλιά λείψανα του Κάστρου, «μία δεξαμενή, ένα χάνι, ένα πύργο, ο οποίος κατοικείται από τον Τελώνη και δύο τρεις μικρές αποθήκες». Αυτά τα κτίσματα δηλώνουν ότι αν και η περιοχή είχε εγκαταλειφθεί από τους κατοίκους, το λιμάνι εξακολουθούσε να αποτελεί την κύρια πύλη διακίνησης ανθρώπων και εμπορευμάτων της περιοχής.

Οι αδελφοί Ζαφειρόπουλοι, κατάγονταν από τον Άγιο Ιωάννη Κυνουρίας, ήταν μέλη της Φιλικής Εταιρείας και είχαν διαπρέψει ως έμποροι στο εξωτερικό. Με την έναρξη της Επανάστασης έσπευσαν να επιστρέψουν και οι τρεις στην Ελλάδα και στρατεύτηκαν στην υπηρεσία του ιερού αγώνα καταλαμβάνοντας υπεύθυνες θέσεις και δαπανώντας, με τα τότε δεδομένα, τεράστια ποσά υπέρ της επιτυχίας του.

Ο Στρατηγός Παναγιώτης Ζαφειρόπουλος (Άκουρος) Στρατιωτικός Διοικητής της Επαρχίας Αγίου Πέτρου, όταν το 1824 διαπίστωσε ότι ο η Πελοπόννησος και όλη η Ελλάδα ήταν σε δεινή κατάσταση, τότε που όλα τα έσκιαζε η φοβέρα του Ιμπραήμ και τα έδερνε η διχόνοια, με τον Κολοκοτρώνη φυλακισμένο στην Ύδρα, αποφάσισε να αναστυλώσει το κατεστραμένο ενετικό κάστρο για να οχυρώσει την περιοχή και να «χρησιμεύσει ως καταφύγιον εις πάσαν ενδεχομένην προσβολήν του εχθρού», όπως αναφέρει ο Λογοθέτης, πρόεδρος μετέπειτα του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Θυρέας, σε «Υπόμνημα περί του νέου συνοικισμού της χερσονήσου Άστρους».

Στο Κάστρο το οποίο διατηρούσε μεγάλο τμήμα του οχυρωματικού περίβολου και έναν από τους οχυρούς πύργους του Castello de la Estella, κτίστηκαν τρεις κατοικίες για τα τρία αδέλφια Ζαφειρόπουλου.

Οι εργασίες ξεκίνησαν το 1824 και ολοκληρώθηκαν το 1826. Το διάστημα αυτό ο Πάνος Ζαφειρόπουλος πολεμούσε αδιάκοπα εναντίον του Ιμπραήμ. Στη μάχη στο Κρεμμύδι Μεσσηνίας αιχμαλωτίζεται. Στην προσπάθεια να τον ελευθερώσει συλλαμβάνεται και ο αδελφός του Κωνσταντίνος. Σύμφωνα με τον Καννέλο Δεληγιάννη ο Γενναίος Κολοκοτρώνης αντάλλαξε τους δύο αδελφούς Σιεχνετζήπ Σαμή εφέντη, Μπακή και Χαϊρουλάν με τη συνοδεία τους, με τους δύο αδελφούς Ζαφειρόπουλου.

Μετά τη Σφακτηρία, το Ναυαρίνο και το Μανιάκι ο Ιμπραήμ μ’ όλο το στρατό του, ξεχύθηκε στο Μοριά. Ο Άκουρος, μαζί με άλλους οπλαρχηγούς, στήνει ενέδρα στο χωριό Μεχμέτ – Αγά, έξω από την Τρίπολη και εξοντώνει 400 άνδρες του Ιμπραήμ. Όπως εξιστορεί ο Νικόλαος Σπηλιάδης: Ο Ιμπραήμ «αφού έμαθε την καταστροφήν εις το χωρίον Μεχμέτ - Αγά των τετρακοσίων, την 25ην Ιουλίου, συνήγαγε όλα τα στρατεύματα εις Τριπολιτσάν, και διαιρέσας αυτά εις τρεις πτέρυγας, κινείται πλήρης οργής κατά των επαρχιών Μυστρά, Αγίου Πέτρου και Πραστού και η μεν κατηυθύνθη εις την επαρχίαν Αγίου Πέτρου και μη ευρούσα αντίστασιν κατέκαυσε την πρωτεύουσαν ήτοι την κωμόπολιν του Αγίου Πέτρου, το χωρίον Καστρί και τα χωριά Αγιάννην και Μελιγούν, λεηλατούσα τον τόπον…». Από το Άστρος οι μαχητές και οι άμαχοι, που από στιγμή σε στιγμή περίμεναν την εισβολή στην περιοχή τους και την επίθεση του φοβερού μακελάρη, έβλεπαν με δέος τους καπνούς από τους εμπρησμούς των ορεινών χωριών να σηκώνονται πίσω από τα βουνά.Στη συνέχεια, ο Ιμπραήμ αποφάσισε να επιτεθεί εναντίον του κάστρου του Άστρους, ώστε να εξασφαλίσει τα νώτα του για τις μελλοντικές στρατιωτικές επιχειρήσεις του. Η επίθεση έγινε στις 5 Αυγούστου του 1826.

Το κάστρο διέθετε ορισμένα -–λίγα πάντως-- κανόνια και πολεμοφόδια. Ένα μέρος από αυτά το είχε προμηθεύσει η Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ τα υπόλοιπα εξασφαλίστηκαν με δαπάνες του ίδιου του Ζαφειρόπουλου. Πρέπει να σημειωθεί ότι στο κάστρο και γύρω από αυτό είχαν καταφύγει για να προφυλαχθούν περίπου πέντε χιλιάδες άμαχοι, γυναίκες και παιδιά από τα γύρω χωριά, από την επαρχία Καρύταινας, από την Τριπολιτσά, από το Ναύπλιο, καθώς επίσης και οικογένειες επισήμων από το Ναύπλιο, όπως η οικογένεια του Κανέλλου Δεληγιάννη, ο Γερουσιαστής Ρήγας Παλαμήδης, ο γέρων Σπηλιάδης κ.ά. Στο κάστρο επίσης φιλοξενήθηκε και διασώθηκε ολόκληρη η βιβλιοθήκη του σχολείου του Αγίου Ιωάννη με όλα τα όργανα για τα πειράματα φυσικής.

Χαρακτηριστικά της σημασίας που αποδόθηκε στην άμυνα του κάστρου ήταν όσα αναφέρει ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης στα Απομνημονεύματά του. Έμαθε την είδηση της επικείμενης επίθεσης του Ιμπραήμ από τον ίδιο τον Παναγιώτη Ζαφειρόπουλο, και έστειλε στο κάστρο ισχυρές δυνάμεις για να το υπερασπιστούν. Το Νικηταρά με 200 άνδρες, το Γενναίο Κολοκοτρώνη με 1.000, τον Κολιόπουλο με άλλους 1.000 και τον Κανέλλο Δεληγιάννη με 500. Υπήρχαν και δύο πλοία που βοήθησαν τους αμυνομένους με τα πυροβόλα τους.

Οι Έλληνες μαχητές αντέταξαν επί δύο ημέρες σθεναρή αντίσταση στον Ιμπραήμ, ο οποίος, μετά από δύο άκαρπες επιθέσεις, αναγκάστηκε τελικά να αποχωρήσει. Όπως αναφέρει ο Σπηλιάδης στα Απομνημονεύματα του, «Την 5η το πρωϊ ο εχθρός επλησίασεν εις τους παρακειμένους αμπελώνας δια να το προσβάλει σπουδαιότερον. Ενώ δε επυρπόλει κατ’ αυτού από το τείχος ο Ζαχαρίας λεγόμενος, όστις και εφονεύθη από το πυροβόλον αυτού διαρραγέν, εξώρμησαν ως πενήντα Έλληνες μόνον και εφόνευσαν τινάς εκ των ιππέων, αλλά την επιούσαν ο εχθρός ανεχώρησε προς τον Άγιάννην, και λυσσών δια την αποτυχίαν, εκινήθη κατά του μοναστηρίου του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, όπου ευρίσκοντο ασθενείς τινές και πληγωμένοι στρατιώται και πολλαί οικογένειαι».

Η νίκη αυτή διατήρησε το φρούριο του Άστρους απόρθητο. H νίκη στο Άστρος, μετά τις ελληνικές ήττες στο Μανιάκι, στο Κρεμμύδι και στο Μεσολόγγι, αναπτέρωσε τις ελπίδες του αγωνιζόμενου Γένους σε μια πολύ δύσκολη στιγμή για τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821 και συνέβαλε αποφασιστικά στην προσπάθεια του Έθνους για ελευθερία και κρατική αποκατάσταση.

Το Κάστρο του Άστρους αποτέλεσε τον πυρήνα του νέου οικισμού. Από το 1826 οι άνδρες του Ζαφειρόπουλου αρχίζουν να κτίζουν νότια του Κάστρου στην αρχή καλύβες και στη συνέχεια, μετά την έλευση του Καποδίστρια, το 1828, οικίες στο «νησί» αλλά και στην παραλία.

Το Κάστρο του Άστρους το οποίο κτίστηκε από το 1824-1826, μέσα στη φωτιά του Αγώνα και ενώ οι Ζαφειροπουλαίοι πολεμούσαν τον εχθρό, αφέθηκε στην τύχη του και καταρρέει.

Κυρίες και Κύριοι, θα επαναλάβω, επί λέξει, όσα είχα επισημάνει πριν ακριβώς 6 χρόνια, στις 7 Αυγούστου 2011, κατά τον εορτασμό της επετείου της μάχης εναντίον του Ιμπραήμ, όταν το φρούριο του Άστρους υπερασπίστηκε την Κυνουρία και την Ανατολική Πελοπόννησο. Δυστυχώς αυτή η πρωτοβουλία έμεινε χωρίς συνέχεια. Η επέτειος ξεχάστηκε. Ευτυχώς που εφέτος συνέπεσε η Πανσέληνος και το Estella Festival με την επέτειο της μάχης και έγινε ιδιαίτερη αναφορά.

Είχα πει τότε:
«Πρώτα πρώτα, εμείς οι ίδιοι ανεχτήκαμε και ανεχόμαστε το ιστορικό φρούριο, που θα έπρεπε να αποτελεί το καύχημα του χωριού μας, να παρουσιάζει τη θλιβερή σημερινή εικόνα. Από τα τρία σπίτια του τα δύο να βρίσκονται σε ημιερειπωμένη κατάσταση και το τρίτο να είναι ερείπιο προ πολλού και επίσης ο πέτρινος περίβολός του να ξεφτίζει καθημερινά και να καταρρέει. Εμείς οι ίδιοι ανεχτήκαμε τα σπίτια προς την βορειοδυτική και τη νοτιοδυτική πλευρά, που πριν από κάποιες δεκαετίες βρίσκονταν σε υποφερτή κατάσταση, να μετατραπούν επί χρόνια σε στάβλους για τα αιγοπρόβατα του χωριού. Επίσης, εμείς οι ίδιοι ή κάποιοι από εμάς λεηλατήσαμε κυριολεκτικά τις πέτρες και τα αγκωνάρια του κάστρου για να τα χρησιμοποιήσουμε ως υλικά για τις δικές μας οικοδομές Είναι χρέος τιμής για όλους μας, με επί κεφαλής τις δημοτικές αρχές, τις οποίες πρέπει να κινητοποιήσουμε με τα διαβήματα και τις παραστάσεις μας, να κάνουμε επιτέλους την Αρχαιολογική Υπηρεσία και την περιφερειακή Αυτοδιοίκηση να ξυπνήσουν, ώστε το Κάστρο να στερεωθεί και να αναστυλωθεί. Αυτό πρέπει να γίνει το ταχύτερο δυνατόν, γιατί διαφορετικά, σε ένα πολύ ορατό μέλλον, αυτό το κόσμημα και το καύχημα του χωριού μας, που σε άλλες περιοχές της χώρας μας θα γινόταν το επίκεντρο διαφόρων εκδηλώσεων, θα καταντήσει ένας θλιβερός σωρός ερειπίων. Λυπάμαι που το λέω, αλλά κάτι τέτοιο, εκτός από πολιτιστική καταστροφή, θα είναι και όνειδος για όλους μας».

Από τότε, και παρά τις ενέργειες, όπως η συγκέντρωση υπογραφών, οι παραστάσεις και τα διαβήματα που έχουμε ήδη κάνει, αλλά και τις υποσχέσεις που λάβαμε, επί της ουσίας δεν έχει γίνει τίποτα.

Πιστεύουμε ότι το μεγάλο έργο της αναστύλωσης, και εν όψει του εορτασμού σε λιγότερο από 4 χρόνια των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821πρέπει να ξεκινήσει άμεσα. Παράλληλα και χωρίς μεγάλη δαπάνη ο Δήμος Βόρειας Κυνουρίας σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Τριπόλεως μπορούν:

• Να φτιάξουν τον δρόμο που οδηγεί σε αυτό, έτσι ώστε να ταιριάζει με την εποχή και το περιβάλλον και να είναι δυνατή και η πρόσβαση ΑΜΕΑ.
• Να τοποθετήσουν ταμπλώ με ιστορικά στοιχεία και πληροφορίες.
• Να τυπώσουν έντυπα, να έχει κάτι να πάρει μαζί του ο περιηγητής που το επισκέπτεται.
• Να διοργανώσουν εκδρομές σχολείων καθώς και άλλων κοινωνικών ομάδων.
• Να φτιάξουν εκπαιδευτικά παιχνίδια για παιδιά, με θέμα τον Μεσαίωνα και το 1821.

Χωρίς αμφιβολία, η επίσκεψη σε ένα κάστρο είναι μία συναρπαστική εμπειρία γνώσης και ουσιαστικής επαφής με την ιστορία, τα πρόσωπα και τα γεγονότα που σημάδευσαν έναν τόπο, ενώ ταυτόχρονα, μπορεί να αποτελέσει και μία ιδιαίτερα ψυχαγωγική εμπειρία. Η χώρας μας, σταυροδρόμι και πεδίο συγκρούσεων πολιτισμών, έχει να επιδείξει μία πληθώρα κάστρων με το καθένα από αυτά να διαθέτει πραγματικά αξιοθαύμαστα και αξιοπρόσεχτα χαρακτηριστικά. Η ανάδειξη τους λοιπόν σε χώρους πολιτισμού, τεχνών, εκδηλώσεων και συναντήσεων πρέπει να αποτελεί ένα μείζονος σημασίας θέμα για κάθε πόλη και φυσικά για την πόλη μας, που φέρει το βαρύ αυτό κληροδότημα του παρελθόντος.

Ευάγγελος Ι. Κούκλης,

Ομιλία κατά την έναρξη του Estella Festival στο Κάστρο του Παραλιου Άστρους, 7 Αυγούστου 2017