Ανθίζω μεθυσμένο ζουμπούλι
Ανθίζω μεθυσμένο ζουμπούλι μέσα σε πενήντα τετραγωνικά η αγάπη φτιάχνει καφέ μαγειρεύει ταΐζει τα αδέσποτα της γειτονιάς και πετάει τα σκουπίδια έπειτα μικραίνει πολύ και την κρύβω φυλαχτό στο μαξιλάρι μου λέει την προσευχή μου όταν εγώ μπερδεύω τα λόγια με την θλίψη κλείνει το φως στο μπάνιο όταν το ξεχνάω αγουροξυπνημένη και μισή όνειρο μισή Δευτέρα πρωί έπειτα κλείνει εισιτήρια για εξωτικούς προορισμούς όταν πλησιάζουν οι μέρες για το μεγάλο ταξίδι τα ακυρώνει όλα και πάμε βόλτα με τα πόδια στη γειτονιά διαλέγουμε δρόμους που δεν έχουμε πάει πάλι χανόμαστε ρωτάμε τους περαστικούς μετακομ