Λυκόσουρα, η ιερή πόλη των Αρκάδων, η αρχαιότερη του κόσμου

Time to read
less than
1 minute
Read so far

Λυκόσουρα, η ιερή πόλη των Αρκάδων, η αρχαιότερη του κόσμου

Ιούνιος 14, 2022 - 12:51

Σε απόσταση 22 χλμ. από τη Μεγαλόπολη βρίσκεται η Λυκόσουρα, η οποία θεωρείται η αρχαιότερη πόλη στον κόσμο, χτισμένη το 10.000-8.000 π. Χ. Ο Παυσανίας την χαρακτηρίζει ως την αρχαιότερη απ' όλες τις πόλεις που υπήρξαν ποτέ πάνω σε ηπειρωτική ή νησιωτική γη, ως την πρώτη πόλη που είδε το φως του ήλιου, ως την πόλη υπόδειγμα για τη δημιουργία άλλων πόλεων (Παυσανίας VIII,38,1).

Ο Παυσανίας, πριν από τον Λυκάονα και την ίδρυση της Λυκόσουρας, σημειώνει ότι οι άνθρωποι ζούσαν στην ύπαιθρο και σε σπήλαια αφού ο πατέρας του Λυκάονος, Πελασγός, τους έμαθε να φτιάχνουν καλύβες και να φοράνε δέρματα ζώων ως ρούχα.Ήταν από τις αρκαδικές πόλεις που εποίκησαν την Μεγαλόπολη. Στην Λυκόσουρα υπήρχε ναός της Δέσποινας στον οποίο λατρεύονταν πολλοί θεοί και όχι ένας όπως συνηθιζόταν, και ομώνυμο άλσος, επίσης ιερό του Πανός και της Αθηνάς.

Ιδρυτής της Λυκόσουρας ήταν ο Λυκάων, γιος του Πελασγού και της νύμφης Κυλλήνης. Το 396 π.Χ., όταν ιδρύθηκε η Μεγαλόπολη, οι κάτοικοι της Λυκόσουρας αρνήθηκαν να την εγκαταλείψουν και να μετοικήσουν, και κατέφυγαν στο Ιερό της Δέσποινας. Έτσι, η επιθυμία τους έγινε σεβαστή και παρέμειναν στην πολη τους.

Οι ανασκαφές του 19ου αι. έφεραν στο φως το Ιερό της Δέσποινας (ανατολικά της Ακρόπολης) ερείπια των βωμών της Δέσποινας και της Δήμητρας, οικοδομικό συγκρότημα στα δυτικά του κυρίως ιερού, κρηνικό οικοδόμημα. Πρωτότυπα γλυπτών, που βρέθηκαν στο χώρο αυτό, φυλάσσονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.

Η Δέσποινα ήταν κόρη του Ποσειδώνα και της Δήμητρας. Στην ανατολική πλευρά του ιερού, ήταν η είσοδος του ναού. Δεξιά του Ναού βρισκόταν η μακρά στοά και μπροστά σ' αυτή βρισκόταν ο Βωμός της Μεγάλης Μητέρας, ο Βωμός της Δέσποινας και ο Βωμός της Δήμητρας. Το κρηπίδωμα του Ναού είχε μήκος 21,35 μ. και ο σηκός είχε πλάτος 11,15 μ. Στη νότια πλευρά και στην υπερκείμενη πλαγιά είχαν χτιστεί 10 βαθμίδες με ογκόλιθους που χρησίμευαν ως εδώλια απ' όπου παρακολουθούσαν τις μυστικές ιεροπραξίες. Στον πρόναο υπήρχε πρόσταση έξι δωρικών κιόνων με 20 ραβδώσεις και κάτω διάμετρο 81 εκ. Το δάπεδό του ήταν πλακόστρωτο και το δάπεδο του σηκού ήταν ψηφιδωτό. Ο αρχαιότερος ναός της Δέσποινας,  που ήταν μικρότερος, χτίστηκε τον 4ο αι. π.Χ. Το 180 π.Χ. ή το 176 π.Χ. ανοικοδομήθηκε. Απ' αυτήν την ανοικοδόμησή του προκύπτουν και τα στοιχεία που υπάρχουν για την αναπαράστασή του. 

Στο Ιερό της Δέσποινας στήθηκαν τα κολοσσιαία αγάλματα της Δήμητρας, της Δέσποινας, της Αρτέμιδος και του Άνυτου, τα οποία είχε φιλοτεχνήσει ο Μεσσήνιος γλύπτης Δαμοφών, το πρώτο μισό του 2ου π.Χ. αιώνα. Τα αγάλματα αυτά, ο θρόνος που κάθονταν, το στήριγμα κάτω από τα πόδια τους ήταν φτιαγμένα από μάρμαρο Δολιανών και φιλοτεχνήθηκαν όλα πάνω σε ένα κομμάτι μαρμάρου, το οποίο σύμφωνα με τον Παυσανία (VIII ,37, 2-4) έσκαψαν και το βρήκαν κοντά στο Ιερό, οδηγημένοι από όνειρο. 

Σύμφωνα με την περιγραφή του Παυσανία και τα αρχαιολογικά ευρήματα, το συνολικό πλάτος του βάθρου πάνω στο οποίο βρίσκονταν τα αγάλματα ήταν 8,40 μέτρα και το ύψος των όρθιων μορφών υπολογίζεται από τον G. Dickins σε 3,78 μ. ενώ το συνολικό ύψος του βάθρου και των αγαλμάτων μαζί ήταν περίπου 6,00 μ. Η Δήμητρα αναπαρίσταται κρατώντας δάδα στο δεξί της χέρι ενώ με το αριστερό της χέρι ακουμπά τη Δέσποινα. Η Δέσποινα κρατά σκήπτρο στο αριστερό της χέρι και με το δεξί  της χέρι κρατά τη λεγόμενη "κίστη" την οποία και ακουμπά στα γόνατά της. Η κίστη ήταν κουτί κυλινδρικού συνήθως σχήματος με κάλυμμα από πάνω. Την έφτιαχναν από ευλύγιστα κλαδιά τα οποία έπλεκαν σε σχήμα κουτιού. Στα ελευσινιακά μνημεία την έφεραν γυναίκες στο κεφάλι τους. Μέσα στην κίστη υπήρχαν ιερά αντικείμενα χρησιμοποιούμενα στις μυστικές τελετές.

Η Δέσποινα και η Δήμητρα κάθονταν στο θρόνο και εκατέρωθεν του θρόνου κοντά στη Δήμητρα βρίσκεται όρθια η Άρτεμη, ντυμένη με δέρμα ελαφιού η οποία προτείνει το δεξί της πόδι, κρατώντας δάδα στο δεξί της χέρι και δύο δράκοντες στο αριστερό. Στον ώμο της φέρει τη φαρέτρα και στα πόδια της κάθεται μια κυνηγετική σκύλα. Αριστερά και δίπλα στο άγαλμα της Δέσποινας  στέκεται όρθιος ο Τιτάνας Άνυτος που είναι οπλισμένος. Έχει κατεβασμένο το δεξί του χέρι κοντά στο μηρό, κρατώντας ίσως το κράνος του, ενώ με το αριστερό κρατά το δόρυ με το οποίο και ακουμπά στο έδαφος. Είκοσι χρόνια μετά το θάνατο του Παυσανία οι Μεγαλοπολίτες έκοψαν νόμισμα στη μία όψη του οποίου υπήρχε η επιγραφή «Μεγαλοπολειτών» και η παράσταση του συντάγματος του Δαμοφώντα, πάνω στην οποία βασίστηκε ο G. Dickins (1906-7) για την αναπαράσταση του συντάγματος. 

Νότια και ανατολικά του Ιερού της Δέσποινας, προχωρώντας στη ράχη του όρους φαινόταν η πρόσοψη του «Μεγάρου της Δέσποινας», ερείπια του οποίου σώζονται στην περιοχή «Ράχη». Το πλάτος του Μεγάρου έφτανε τα 8,30 μέτρα. Δύο λίθινες σκάλες αριστερά και δεξιά του κυρίως Βωμού, πλάτους 1,16 μ. οδηγούσαν στο Βωμό που είχε στην πρόσοψή του 6 ορθοστάτες, ύψους 1,30 μέτρων, με τρίγλυφα και μετώπες. Η πρόσοψή του ήταν περίπου 6 μ. πλάτος. Εκεί γίνονταν οι θυσίες και το κάψιμο των θυμάτων. Πιο πέρα από το Μέγαρο υπήρχε άλσος αφιερωμένο στη Δέσποινα γύρω από το οποίο υπήρχε λίθινος τοίχος. Μέσα σ' αυτό υπήρχε μια ελιά και μια βαλανιδιά φυτρωμένες από κοινή ρίζα χωρίς αυτό να είναι αποτέλεσμα επέμβασης κάποιου καλλιεργητή (Παυσ. VIII,37,10). Κοντά στο άλσος υπήρχε Βωμός του Ίππιου Ποσειδώνα, πατέρα της Δέσποινας και των άλλων θεών. 

Χτίστηκε το 180 π.Χ. Ανοικοδομήθηκε μια φορά στα Ρωμαϊκά χρόνια και μια στα προχωρημένα χριστιανικά. Βρισκόταν νοτιοανατολικά της Ακρόπολης της Λυκόσουρας. Είχε σχήμα τετραγώνου χτισμένο με μεγάλες ορθογώνιες πέτρες, με πρόσοψη  προς το νότο, πλάτους 9,40 μέτρα. Στο εσωτερικό του πίσω τοίχου υπήρχε σκάλα που χρησίμευε για την κάθοδο στο εσωτερικό της κρήνης και τον καθαρισμό αυτής. Στη βόρεια πλευρά της κρήνης υπήρχε ένας αγωγός που τη συνέδεε με υπερκείμενο βράχο. Από εκεί έπεφτε το νερό από ύψος 2,60 μ. στο ψηλότερο τμήμα του κρηνικού κτίσματος και μεταφερόταν σε ορθογώνια λεκάνη 8,87 μέτρα Χ 3,20 μέτρα όπου ηρεμούσε και γινόταν καθίζηση της σκόνης και των σωματιδίων χώματος που τυχόν περιείχε. Από εκεί, όταν έφτανε σε αυτή το ύψος των 87 εκατοστών, έπεφτε έξω μέσα από 4 κρουνούς που υπήρχαν στο νότιο τοίχο.

Έξω από την κρήνη υπήρχαν χτισμένοι πρόχειροι τοίχοι για να συγκρατούν τα χώματα καθώς εκεί το έδαφος ήταν κατηφορικό. Σήμερα σώζονται ερείπια της κατασκευής, τμήμα τοίχου από ορθογώνιους  ογκόλιθους, τμήμα δαπέδου της κρήνης, φτιαγμένο με μικρές, λείες πέτρες σαν ψηφιδωτό, με τεχνική που χρησιμοποιούσαν και για το χτίσιμο των λουτρών.

 

Οι πληροφορίες, από το inarcadia.gr